Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

Ο σκληρός Γενάρης του ‘15

Σκληρός γι’ αυτούς που χάσανε. Σκληρότερος γι’ αυτούς που νίκησαν
Γράφει ο Δημήτρης Φεργάδης
Η αφορμή.
Οι εκλογές τελειώσανε. Από καιρό. Η αριστερά, αυτή η αριστερά, η και εξ απελπισίας και πολιτικής πτωχείας επιλεγείσα, ως κυβερνώσα αριστερά… με συνοπτικές διαδικασίες νίκησε νίκην πυρίκαυστον και νικητήριον. Και παραδόξως ο Αρμαγεδδών δεν επισυνέβη. Συνέχισε ακούνητος, αμίλητος, αγέλαστος. Τα αποτελέσματα της σημαδιακής εικοστής πέμπτης του Γενάρη, ενεστώτος έτους, κατεγράφησαν με ηχηρότητα. Ο λαός αποφάσισε. Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του. Κι οι κάβουρες στα κάρβουνα. Κάπως έτσι... κατεγράφη η πρώτη αυτή (καιρός πια…) επίσημη εμφάνιση του φέροντος το φως Φάνη, Φάντη και Απόλλωνα λαού.
Το αφήγημα του Αισώπου. Της χελώνας το καύκαλο.
Τα κουκιά ερμηνεύτηκαν. Τα «στασίδια», οι ιεροψάλτες, οι τιτουλάριοι πρώτο τραπέζι πίστα. Αυτή είναι η πραγματικότητα. Αρέσει δεν αρέσει… Όπως τα τσαλίμια του μειράκιου του Ιπποκλείδη, μετά των συν αυτώ, στην μεγαλοεπικράτεια και την αυλή του μεγαλοβασιλιά Κλεισθένη. Που νόμισαν… Τι να νόμισαν… αλλά που τόλμησαν. Στον λάκκο των λεόντων… Στην αγέλη των – άκουσον, άκουσον!!! – χορτοφάγων λύκων. Χωρίς (ή και με) plan B.
Η δοκιμασία του σχοινοβάτη.
Δεν είναι που δεν εμπιστεύομαι τους μαθητευόμενους μάγους. Ούτε που δεν εκτιμώ τις παρεμβάσεις των παπάδων και των ζευγάδων. Ο επικίνδυνος κίνδυνος, τώρα, βρίσκεται αλλού… Στους ανυποψίαστους (γιατί άραγε…;) ανυπόδητους μάγους που …περπατούν αμέριμνοι σε λειμώνες μ’ αγκαθερά αγκάθια. Από άγνοια; Κινδύνου; Αντιπάλου; Από υπερεκτίμηση δυνάμεων; Από υπεροψίαν και έπαρσιν; Από υπεραιμίαν, μέθην και ερασιτεχνισμόν; Όλα μαζί; Πλήρες το αλαλούμ. Η υπερέκθεση, η απογείωση των πρώτων ημερών, παιδική ασθένεια… και παιδική χαρά. Η προσγείωση, «πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις», παρ’ ολίγον ανώμαλη. Όπως το μαύρο αίμα στην «κρεμεσιά κραβάτα» του Ιγνάθιο. Το ατύχημα… απεφεύχθη… απεφεύχθη; «Πέντε η ώρα που βραδιάζει / παλεύει η περιστέρα με το αγρίμι / πέντε η ώρα που βραδιάζει» (Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. «Θρήνος για τον Ιγνάθιο Σάντσιεθ Μεχίας»).
Το πρώτο παγωμένο ντουζ.
Εισπράχθηκε το μήνυμα; Και η απόφανση; Και η απόφαση;… Και το στοίχημα; Τα όνειρα; Η εντολή; Οι καλλιεργημένες προσδοκίες, οι ελπίδες, ο πήχυς, το μέτωπο, το στομάχι, η λιτότητα, η ευθύνη; Η ταπεινότητα; Αμ εκείνοι οι έρμοι οι ζουρνάδες και τα νταούλια; Γραφικότητες; Το μέγα χρέος; Μύθος; Όλα στο βωμό του νέο…ρεαλισμού; Πρόσω ολοταχώς; Πως, όμως;… Γιατί ο λαός, ο εκ διαφορετικών «αφετηριών» αυτός λαός, έκανε την υπέρβαση του… και τις επιλογές του. Με κίνδυνο. Πιο κατάφωρο κι απ’ αυτόν του Ιπποκλείδη. Και με συγγνωστούς συμβιβασμούς… Εξ αδυναμίας… Για το λίγο καλύτερο; Για το μικρό και το μικρότερο καλάθι; Για το λιγότερο κακό; Ποιος ξέρει… Μπορεί… Όμως, όχι μικροψυχίες, αλλά σεβασμός… και στον αδύνατο και στον πλανηθέντα. Παθαίνεις, μαθαίνεις… Ξέρει απ’ αυτά η αριστερά (χωρίς το «αυτή η αριστερά» και ποτέ δεν επιχαίρει). Τώρα, όλα παίζονται. Το ανάποδο τραβέρσο, όμως, φαίνεται πως από μόνο του δεν φτάνει. Ούτε, για σωσμό μιλάμε κι η «κόντρα μάρσα» (ανάποδη κίνηση αντί φρένου στην κατηφόρα). Ξέρουν οι μηχανοδηγοί. Του παλιού μουτζούρη.
Η ουρά του λύκου.
«Δῶς μοι πᾶ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσω» λέει ο μεγάλος μας πρόγονος, ο Αρχιμήδης και σ’ ελεύθερη μετάφραση «Δώσε μου χώρο, βάση να σταθώ και θα κινήσω ολάκερη τη γη» ή πιο απλά «στήριξε με και θα τ’ αλλάξω όλα». Και, μετά το πρώτο… σοκαριστικό σοκ, ο λαός (επιτέλους, ένα πόντο, έστω, τώρα πιο ψηλός) «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενος» έδωσε ξανά – μανά δις και τρις αυτό που του ζητήσανε. Γέμισε, πάλι, πλατείες και καρδιές, έστω και λίγο παγωμένες. Και τους όρκισε όρκο μεγάλο από τη μια, με την εμπιστοσύνη του, την ελπίδα του και τη δύναμή του. Κι από την άλλη με την απελπισία, την απόγνωση, τις πληγές του και την κραυγή του. «Μην με ξεχάσετε… Μην με προσβάλετε».
Η ελεύθερη πτώση του σχοινοβάτη.
Και ιδού, εδώ, πάλι μπροστά, τοίχος των Βερολινέζων, το στοίχημα. Βαρύ σαν βουνό. Βαρύ σαν λέξεις από την ιστορία του μέλλοντος. Κι η αριστερά, αυτή η αριστερά, η από θέση κυβερνητικής ευθύνης πια αριστερά καλείται τώρα να αποδείξει, ενώπιος ενωπίω, πως οι υπεσχημένες προσδοκίες θα υλοποιηθούν, πως οι κόκκινες γραμμές θα τηρηθούν. Με τα πρώτα δείγματα… κρίνοι διάφανοι σε εκδοροσφαγείο (κόκκινο πάνω σε λευκό). Γιατί σ’ αυτήν την αριστερά, την αριστερά που με τα νοητικά της άλματα και την πειθώ της πέτυχε να είναι τώρα κυβερνώσα αριστερά, ένα δεν θα της συγχωρεθεί. Η απογοήτευση του λαού. Ο θάνατος των οραμάτων και η αποστράτευση της ελπίδας. Γιατί τότε… Δύσκολα τα πράγματα; Πολύ δύσκολα. Κι όταν οι τοίχοι τώρα πια είναι διάφανοι… Κι όταν η πάλη κι ο αγώνας του Διγενή δεν γίνεται πια στα μαρμαρένια αλώνια… Τι μέλλει γενέσθαι; Αφιππεύουμε από τον Ροσινάντι; Κι οι ανεμόμυλοι; Κι ο Σάντσο Πάντσο; Δύσκολα τα πράγματα, δύσκολα και τα πισωγυρίσματα… Και το μόνο που μας απομένει από τ’ αλισβερίσι – χαμόγελο πικρό – είναι τ’ ανθρώπινο το πρόσωπο της Αντιγόνης, κόντρα στους βόρειους τους παγερούς τους νόμους.
Επιμύθιο.
Αυτός ήτανε ο σκληρός Γενάρης του δεκαπέντε. Περισσότερο σκληρός γι’ αυτούς που νίκησαν. Η ελπίδα, η αξιοπρέπεια και το όρθιο βλέμμα …πήραν την ευκαιρία τους, αλλά… μέχρις εκεί… Οι πεινασμένοι λύκοι δεν μερώσανε. Ούτε το σύστημα, ούτε κι ο καπιταλισμός τους. Κι ο τρίτος δρόμος… σε θολό τοπίο… πολύ θολό. Και το δια ταύτα… για εμάς… τους πολλούς, που δεν θέλουμε πολλά περί διαγραμμάτου; Κάπου στην «Ασκητική» του ο μεγάλος μας Νίκος Καζαντζάκης λέει. «Μην ρωτάς συνέχεια… θα νικήσουμε; Θα νικήσουμε; Πολέμα».
Σημείωση: Περίπου ομόηχος ο τίτλος με τον αντίστοιχο του εξαίσιου Μουσικού – ορχηστρικού έργου του Μάνου Χατζιδάκι «Ο σκληρός Απρίλης του ‘45»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου