Ραχοκοκαλιά του συστήματος οι οικογενειάρχες. Οι γνωστοί νοικοκυραίοι, κατά πως λέμε.
Με το σπιτάκι τους, το φαγάκι τους, το αυτοκινητάκι τους, τον μισθουλάκο τους, τις διακοπούλες τους. Όλα μικρά, μισά και μίζερα θα πείτε. Όμως σίγουρα και τακτοποιημένα κατά πώς πρέπει, σου λένε. Κι αυτό μετράει.
Άλλο που στα μουλωχτά, κρυφά κι απ’ τον εαυτό τους, βλαστημάνε μερικές φορές το κράτος, τους πολιτικούς, τα κόμματα (εκτός από το «δικό» τους εννοείται).
Σε κάθε «έκτακτο» γεγονός που ξεβολεύει, ώπ, παρουσιάζονται. Όπως τώρα, με την δολοφονία του Αλέξανδρου. Κι έχουν γνώμη: Χωρίς, απαραίτητα, να έχουν και γνώση.
Και οι απόψεις τους; Λυπηρό, αλλά, συνήθως, εκ διαμέτρου αντίθετες με τη μίζερη ζωή τους, την καθημερινότητά τους.Με το σπιτάκι τους, το φαγάκι τους, το αυτοκινητάκι τους, τον μισθουλάκο τους, τις διακοπούλες τους. Όλα μικρά, μισά και μίζερα θα πείτε. Όμως σίγουρα και τακτοποιημένα κατά πώς πρέπει, σου λένε. Κι αυτό μετράει.
Άλλο που στα μουλωχτά, κρυφά κι απ’ τον εαυτό τους, βλαστημάνε μερικές φορές το κράτος, τους πολιτικούς, τα κόμματα (εκτός από το «δικό» τους εννοείται).
Σε κάθε «έκτακτο» γεγονός που ξεβολεύει, ώπ, παρουσιάζονται. Όπως τώρα, με την δολοφονία του Αλέξανδρου. Κι έχουν γνώμη: Χωρίς, απαραίτητα, να έχουν και γνώση.
Ακούστε τους, διαβάστε τους (ίσως βρείτε – βρούμε και τον εαυτό μας ανάμεσά τους).
Οι νοικοκυραίοι (1) «Δεν έχουν μάνες τα κωλόπαιδα; Τι ζητάνε κι έχουν κάψει τη μισή Αθήνα; Πεινάνε; Όχι. Διψάνε; Όχι. Όλα τα ‘χουνε πανάθεμά τα. Πού εμείς, που δεν είχαμε τίποτα. Να χαθούνε τα σκασμένα».
Οι νοικοκυραίοι (2) «Κανένα τους δεν πάει σχολείο. Τα κλείσανε όλα. Αμ, καημένε μου, αν δεν ξεστραβωθείς θα πεθάνεις στην ψάθα. Βρεγμένη σανίδα που σου χρειάζεται!»
Οι νοικοκυραίοι (3) «Κοίτα το σκατόπαιδο. Αφού δεν ξέρει να μιλήσει, τι βγαίνει στην τηλεόραση; Δες το μαλλί του, του κλείνει τα μάτια. Σιγά, θα τρακάρεις, παιδάκι μου.
Αμ το άλλο. Γλώσσα δεν βάνει μέσα. Ροδάνι ο στόμας του. Το ‘χουνε δασκαλέψει, βλέπεις. Όλα τα ξέρει. Κνιτάκι θα ‘ναι».
Οι νοικοκυραίοι (4) «Εντάξει, δεν λέω. Κακώς σκοτώθηκε το παιδί (Λες κι από μόνο του «στουκάρισε» σε τοίχο). Αλλά τι ζήταγε κι αυτό εκεί κάτω; Εμ κι οι χωροφυλάκοι; Τι να κάνουνε κι αυτοί. Να κάτσουνε να τους έρθει καμιά πέτρα στο κεφάλι; Παιδιά έχουνε κι αυτοί. Νοικοκυραίοι ανθρώποι είναι».
Οι νοικοκυραίοι (5) «Κάτσε εδώ εσύ παιδάκι μου. Τι δουλειά έχεις με τους αλήτες. Ασ’ τους άλλους να βγάλουνε τα μάτια τους. Εμείς εδώ να ‘μαστε καλά».
Και βολεύονται βαθιά στον καναπέ τους. Στον τάφο τους.
Χωρίς να υποψιάζονται καν πως μόνο «… αν θα γλυτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα».
Χωρίς να ψυχανεμίζονται καν πώς είναι πια καιρός νοικοκυραίοι και νεολαίοι να πορευτούν αντάμα, κρατώντας το πανό με τα λόγια που πρόλαβε και φώναξε από ψηλά ο Αλέξανδρος στα κολλητάρια του:
«Μη φοβάστε, ρε. Την κατάπια τη σφαίρα».*
Δημήτρης Φεργάδης
* Από άρθρο του Στ. Κραουνάκη στην Κυριακάτικη «Ε» 14/12/2008
ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου