Γ. Στουρνάρας – Υπ. Οικονομικών
Γράφει ο Δημήτρης Φεργάδης
Δεν είναι δα και το πλέον κομψό, έξυπνο και εύκολο να εκφράζεσαι (και να αντιδράς), σε πρώτο ενικό πρόσωπο. Από πλευράς μου μιλάω. Η πιθανή αδυναμία ελέγχου του θυμικού μπορεί να σε εκθέσει. Όμως, ορισμένες φορές τα πράγματα, οι συμπεριφορές, οι καταστάσεις, ξεπερνούν κανόνες, καθωσπρεπισμούς και μαγκιές εκ του ασφαλούς.
Κι έτσι ...προχωράς τις σκέψεις σου χωρίς τη μάσκα του Ζορό.
Ναι, λοιπόν. Εξοργίστηκα. Και πολύ μάλιστα. Με την κυνικότητα και την υποκρισία, που πάει να γίνει του συρμού. Έρχεται, ολόκληρος καθηγητής, Υπουργός, φίλος Τραπεζών και Τραπεζιτών και μας «στέλνει» με μια φράση και μόνο, αδιάβαστους στα αζήτητα.
«Χωρίς τη δόση θα πεινάσουμε». Ούτε ο σκληρότερος δοσατζής εμποράκος της σειράς να ήτανε δεν θα μιλούσε με αυτή την γλώσσα. Ο Σάυλωκ μπροστά του φαντάζει κιμπάρης και ντερμπεντέρης. (Κάτι θα ήξερε ο αντίστοιχος προηγούμενος του κ. Στουρνάρα, ο κ. Ράπανος, που «ασθένησε» σοβαρά, αν θυμόμαστε καλά).
Με αυτά και τα αντίστοιχα ανάποδά τους ξεπέρασα, χωρίς προσπάθεια, τα όρια του βρασμού. Το ίδιο και του θυμού.
Με αυτά και τα αντίστοιχα ανάποδά τους βρέθηκα εύκολα στο στάδιο της αηδίας και του εμετού. Ναι, εμετού προς αυτούς και την τάξη που υπηρετούνε. Στην πολυετή παρουσία μου στα κοινά του τόπου εθεωρούμην από φίλους και λιγότερο φίλους, ως φίλος της νηφαλιότητας και του μέτρου και απόλυτος εχθρός των εύκολων χαρακτηρισμών και των κίτρινων επιθέτων.
Όμως εδώ τα πράγματα ξεπέρασαν κατά πολύ την έκφραση μιας απλής τοποθέτησης, μιας απλής εκτίμησης ή ακόμα – ακόμα ενός απλού ...εκβιασμού. Εδώ ο κύριος Υπουργός δεν προσβάλλει, δεν υποτιμά μόνο τη νοημοσύνη των πολιτών. Τους εξευτελίζει. Μας εξευτελίζει ο κ. Στουρνάρας κι αυτό πρέπει να καταλάβουμε. Πως ακρωτηριάζει τις ελπίδες μας και τις ελπίδες των παιδιών μας. Πως αυτός και οι συν αυτώ γίνονται οι εφιάλτες των πιο τρυφερών παιδικών ονείρων.
Γιατί όπως δεν τα φάγαμε μαζί κύριε λαμπαδάριε (κατώτερος κληρικός, υπεύθυνος να ανάβει και να σβήνει τις λαμπάδες) των Τραπεζιτών, έτσι και δεν θα πεινάσετε κι εσείς μαζί μας.Υποκριτές και Φαρισαίοι. Τι λέτε, εσείς, ο Θοδωρής ο Π., ή ο Άκης (ένας είναι ο Άκης), ο Βενιζέλος (γαμβρός Μπακατσέλου), ο Τσουκάτος και η Πόπη, ο G.A.P. (αγγλιστί: κενό), ο Σημίτης, ο Μαντέλλης, ο Ρουσσόπουλος (πού είναι αυτή η ψυχή), ο Άρης (πάρε τ’ άρματα πάρε και το τζακούζι) και τόσοι, τόσοι άλλοι; Πράγματι θα πεινάσετε; Σουβλατζίδικα έχουν κλείσει στις γειτονιές μας κύριε Υπουργέ. Εστιατόρια γκουρμέ ξέρετε πολλά να έχουν κλείσει; Ασφαλέστατα όχι. Εξ άλλου, όπως κυκλοφορεί τελευταία, κι «ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι». Τι σύμπτωση!!!
Σεβαστείτε, λοιπόν, τον φτωχό και τον άνεργο. Τον άμοιρο. Μην τον προκαλείτε. Μην τον εκβιάζετε, εσείς και η παρέα σας. Μην τον περιπαίζετε. Είναι ύβρις η άντληση δύναμης από την αδυναμία του άλλου. Του «φτωχού τ’ αρνί» το σεβάστηκαν ως και κατακτητές.
Ένα από τα ιδιαιτέρως έξυπνα παπαγαλάκια σας «σχολίασε» τον δραματικό τόνο που είχε η φωνή σας όταν εκστομίζατε, λίγο πριν της τελικής συζήτησης για την δόση με την Τρόικα, την φράση «...θα πεινάσουμε». Που, μεταξύ μας, δεν απέχει πολύ από την ιστορική (;), κυνική, ψευδή και άκρως προβοκατόρικη φράση «Μαζί τα φάγαμε» του ανεκδιήγητου και ομοτράπεζού σας, (ενίοτε;) Θεοδώρου του Π..
Μωρέ τι μας λες; (Και συγγνώμη για τον ενικό οικειότητας. Μακράν εμού, αλλά ...φευ...).
Η κοινωνία των ανθρώπων της καθημερινότητας δεν είναι αριθμοί στοιβαγμένοι σε παχυλούς Τραπεζικούς λογαριασμούς, κύριε Καθηγητά. Κατεβείτε από το απαίδευτο «κουκουβαγείο σας».
Στο χωριό σας, ίδια έχετε τα μονοκοτυλήδονα και τα δικοτυλήδονα, ίδια και τα ραπανάκια;
Αφού, λοιπόν, όλοι μαζί τα φάγαμε κατά τον Θόδωρο τον Π., αυτονόητο είναι πως όλοι μαζί και θα πεινάσουμε κατά τον κύριο Καθηγητή. Αναμενόμενο «το λογικό» συμπέρασμα του. Κι η μυλωνού τον άντρα της με τους πραματευτάδες. Τύφλα να ‘χει ο Γκέμπελς και η παρέα του. Η διάχυση των ευθυνών. Η διάχυση της ενοχής και στο βάθος – βάθος τα θύματα που πληρώνουν πάντα τις «αμαρτίες».
Κι αυτό, μην το ψάχνετε, θα συνεχίζεται. Στον αιώνα τον άπαντα. Όσο «οι πλατείες» για πολλούς από εμάς, δεν έχουν «νόημα», όσο εμείς θα ξοδεύουμε τις μέρες απεργίας στις καφετέριες (βγείτε να δείτε τι γίνεται) μ’ ένα καφέ στο χέρι, τόσο οι άθλιοι και οι φαύλοι θα τρώνε και θα πίνουν. Γιατί πέραν από τη βία των εξουσιαστών, πέρα από τη βία των αναρριχητών, υπάρχει και η άλλη βία, πολύ πιο δηλητηριώδης και υποδόρια. Η βία της αδιαφορίας. Η βία του καναπέ. Η βία του αμέτοχου ξερόλα. Η βία του «έλα μωρε, τώρα... Εγώ θα...». Κι ακόμα, η βία του συμπάσχοντος γείτονα που κρύβεται ελπίζοντας στη δική μου, στη δική σου ατυχία.
«Να ψοφήσει ο γάιδαρος του γείτονα»; «Να ψοφήσει… να ψοφήσει…»
Γιατί υπάρχουν κι αυτοί. Μην το προσπερνάμε εύκολα, βολευτικά, ως συνήθως. Και κάποια στιγμή πρέπει, επιτέλους, να συνεννοηθούμε και να αλληλοεμπιστευτούμε.
Γιατί υπάρχουν κι αυτοί. Μην το προσπερνάμε εύκολα, βολευτικά, ως συνήθως. Και κάποια στιγμή πρέπει, επιτέλους, να συνεννοηθούμε και να αλληλοεμπιστευτούμε.
Πρέπει, επιτέλους, να ομολογούμε την αλήθεια, όχι μόνο να την διαπιστώνουμε. Και να αλλάζουμε την καθημερινότητα. Όχι μόνο να την ερμηνεύουμε. Να διακινδυνεύουμε στο νέο κι όχι να βολευόμαστε με την συνήθεια.
Γιατί, τέλος, αν τα ρυάκια δεν γίνουνε χείμαρρος, αν οι χείμαρροι δεν γίνουνε ποτάμια, αν τα ποτάμια δεν γίνουν ένα μεγάλο ποτάμι, τίποτα στο βάλτο δεν θ’ αλλάξει. Η «ούγια» είναι το τελευταίο που πρέπει να ενδιαφέρει. Κι ο αντίπαλος είναι σκληρός, είναι αδίστακτος, είναι μέχρι τώρα ανίκητος. (Εκτός κι αν η παραδοχή αυτή είναι βολευτική, που δε νομίζω).
«Είναι φρικτότατοι εχθροί οι Ρωμαίοι.
Μπορούμε να τα βγάλουμε με αυτούς,
οι Καππαδόκες; Γένεται ποτέ;
Είναι να μετρηθούμε τώρα με τες λεγεώνες;
Θεοί μεγάλοι, της Ασίας προστάται, βοηθήστε μας...»
(Κ. Καβάφης – Ο Δαρείος)
Τώρα, αν νομίζετε, πως μπορούμε να «γένουμε» εμείς, εσείς, Θεοί και προστάτες, τότε... ίσως ο κόσμος μπορεί να ελπίζει ακόμα.
Γιατί τότε μπορεί και να «γένεται» να τα βγάλουμε πέρα με τους «Ρωμαίους». (αρκεί, όμως, όλοι να ξεριζώσουμε από μέσα μας τους δικούς μας «Λάρητες» - Μικροί, οικογενειακοί Θεοί των Ρωμαίων).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου